- διασημαίνω
- (αόρ. διεσήμανα. παθ. αόρ. διεσημάνθην) μετ. знаком извещать, сообщить
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
διασημαίνω — (Α διασημαίνω) αναγγέλλω ή φανερώνω κάτι με σήματα αρχ. εγκρίνω, επιδοκιμάζω … Dictionary of Greek
διασημαίνῃ — διασημαίνω mark out pres subj mp 2nd sg διασημαίνω mark out pres ind mp 2nd sg διασημαίνω mark out pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διασεσημασμένον — διασημαίνω mark out perf part mp masc acc sg διασημαίνω mark out perf part mp neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διασημαινομένων — διασημαίνω mark out pres part mp fem gen pl διασημαίνω mark out pres part mp masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διασημαινόμενον — διασημαίνω mark out pres part mp masc acc sg διασημαίνω mark out pres part mp neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διασημαινόντων — διασημαίνω mark out pres part act masc/neut gen pl διασημαίνω mark out pres imperat act 3rd pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διασημανεῖ — διασημαίνω mark out fut ind mid 2nd sg (attic epic doric ionic) διασημαίνω mark out fut ind act 3rd sg (attic epic doric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διασημαῖνον — διασημαίνω mark out pres part act masc voc sg διασημαίνω mark out pres part act neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διασημαίνει — διασημαίνω mark out pres ind mp 2nd sg διασημαίνω mark out pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διασημαίνομεν — διασημαίνω mark out pres ind act 1st pl διασημαίνω mark out imperf ind act 1st pl (homeric ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
διασημαίνοντα — διασημαίνω mark out pres part act neut nom/voc/acc pl διασημαίνω mark out pres part act masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)